ΟΤΑΝ Ο ΛΑΚΗΣ ΠΑΠΑΣΤΑΘΗΣ ΓΝΩΡΙΣΕ ΤΟΝ ΔΑΜΙΑΝΟ
Το να μιλάς με τον Λάκη Παπαστάθη είναι πράγματι μια απόλαυση μοναδική. Τόσο εντός στούντιο όσο και εκτός. Σαν να έχεις ένα υπέροχο γλυκό το οποίο όσο και να τρως δεν λιγώνεσαι αλλά αντιθέτως σου δημιουργεί ευεξία και διάθεση για περισσότερο και περισσότερο. Εντάξει ίσως να είναι ολίγον υπερβολικό το παράδειγμα μου, το παραδέχομαι, αλλά τι να κάνω που στην περίπου μια ώρα της παρουσίας του στο στούντιο πέρασα τόσο καλά! Κι αυτό γιατί συνήθως η διαδικασία μιας εκπομπής (όπως την βιώνω εγώ τουλάχιστον κάθε φορά) είναι σίγουρα διασκεδαστική αλλά δεν παύει να είναι δουλειά που ζητάει να γίνει υποδειγματικά για χάρη όσων την ακούν εκείνη την στιγμή αλλά πάνω από όλα για την ικανοποίηση του ίδιου του δημιουργού και παραγωγού της.
Ήθελα να κάνω αυτή την συνομιλία με τον κο Παπαστάθη πολύ καιρό πριν. Αφορμές υπήρχαν κατά καιρούς καθώς επισκέπτεται την Θεσσαλονίκη τακτικά. Τον Μάρτη, στο φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, ήταν εδώ για τα 30 χρόνια του Παρασκήνιου. Πριν από περίπου ένα μήνα πάλι είχε έρθει για ένα μαστερκλας – συνομιλία με τους μαθητές του τμήματος κινηματογράφου στο Τελλόγλειο. Λίγο μετά ήταν πάλι παρών τόσο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου όσο και στον ΑΓΩΝΑ (Πανόραμα αρχαιολογικών ταινιών), στον οποίο μάλιστα συμμετείχε ως μέλος της κριτικής επιτροπής. «Ε, να η ευκαιρία», σκέφτηκα, έχοντας σαν αιτία την κυκλοφορία ενός υπέροχου βιβλίου που εξέδωσε πρόσφατα και στο οποίο περιγράφει τις εμπειρίες, τα βιώματα, τις εικόνες του από την μικρή (χρονικά) μαθητεία του δίπλα στον Αλέξη Δαμιανό.
ΟΤΑΝ Ο ΔΑΜΙΑΝΟΣ ΓΥΡΙΣΕ ΤΗΝ ΕΥΔΟΚΙΑ
Ήταν καλοκαίρι του 2004 όταν του ζητήθηκε από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου να συμμετέχει στο αφιέρωμα, που ετοίμαζε τότε ο Μισέλ Δημόπουλος και η ομάδα του, για τον σπουδαίο Δαμιανό. Προσπαθώντας να ξεσκονίσει τις μνήμες του από αυτό το μακρινό παρελθόν μέσα σε ένα κείμενο που έπρεπε να ετοιμάσει ξαφνικά ένιωσε την ανάγκη ότι ήθελε να βγάλει όλες αυτά τα ενθύμια του μυαλού του στο χαρτί. Κάτι που του ενίσχυσε αυτή την ανάγκη ήταν και η κατάσταση του ίδιου του Δαμιανού, που αντιμετώπιζε από τότε προβλήματα με την υγεία του.
Ένας μαραθώνιος ξεκίνησε και περίπου 18 μήνες αργότερα, το καλοκαίρι του 2006, ο επίπονος αγώνας έγινε ένα υπέροχο βιβλίο. Ένα βιβλίο που τελείωσε την ημέρα που ο Αλέξης Δαμιανός έφυγε για πάντα! Ένα περίεργο μεταφυσικό παιχνίδι…
Στο βιβλίο αυτό ο Λάκης Παπαστάθης ξεδιπλώνει το σενάριο της Ευδοκίας και το αναμιγνύει με τις προσωπικές του σκέψεις και ενθυμίσεις από την προετοιμασία και την περιπέτεια των γυρισμάτων. Ο λόγος και οι περιγραφές του είναι τόσο ζωντανές και βγάζουν πολύτιμες πληροφορίες για την εποχή αλλά και για το πώς γεννήθηκε μια ιστορική στιγμή για τον ελληνικό κινηματογράφο.
Η μουσική του Μάνου Λοίζου, που σχεδόν συμπρωταγωνιστεί με τους 2 ήρωες της ταινίας, τον Λοχία και την Ευδοκία, αποτελεί πιστή αναπαράσταση εκκλησιαστικών ασμάτων και ρεμπέτικων τραγουδιών, που ο Δαμιανός γνώριζε πολύ καλά.
Όλη η ταινία γυρίστηκε με όσο το δυνατόν ρεαλιστικές συνθήκες. Δεν υπάρχουν κασκαντέρ, δεν υπάρχουν κομπάρσοι. Η σκηνή της κούνιας αλλά και αυτή του γάμου δείχνουν τις αληθινές προθέσεις του δημιουργού Δαμιανού, που σε όλη τη διάρκεια της ταινίας κωδικοποιεί δικές του μνήμες και βιώματα μέσα στα πλάνα της ιστορίας.
Υπάρχει μια περίεργη γεωγραφία στην ταινία. Πάρνηθα, Χαιδάρι, Μαραθώνας φιλοξενούν την δράση αλλά η περιγραφή της εικόνας είναι τόσο ξεκάθαρη και ζωντανή. Στη σκηνή του γάμου ας πούμε βλέπεις σπιτάκια αυθαίρετα άτακτα τοποθετημένα στη γη, στα θεμέλια, σε μια ξερή χέρσα γη, ο ήλιος χτυπάει τους ηθοποιούς, τα πρόσωπα δείχνουν τόσο εκφραστικά.
Η Ευδοκία αποτελεί μια από τις πρώτες πολιτικές, κοινωνικές εκφραστικές προσπάθειες του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου. Το 1971 όταν προβλήθηκε στην Θεσσαλονίκη παρεξηγήθηκε από τους θεατές (όχι όλους όπως φάνηκε αργότερα). Η κριτική επιτροπή επιδεικτικά την αγνόησε. 15 χρόνια μετά, το 1985, η αξία της θα φανερωθεί αφού η ΠΕΚΚ την ανέδειξε ως την κορυφαία ταινία στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου (στην φετινή ψηφοφορία έλαβε την 2η θέση και πρώτος αναδείχτηκε ο Δράκος του Κούνδουρου).
ΣΤΟ ΜΥΑΛΟ ΤΟΥ ΔΑΜΙΑΝΟΥ ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑΣΤΑΘΗ (ΚΑΙ ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΟΥ)
Ο λόγος που η Ευδοκία παραμένει μια αξία για τον ελληνικό κινηματογράφο είναι ότι έγινε από έναν σκηνοθέτη που δεν είχε ιδέα από κανόνες γυρίσματος. Είχε μια δική του απίστευτη θεώρηση, τόσο τολμηρή ακόμα και για τα δεδομένα της σημερινής εποχής. Δεν ήταν δήθεν, δεν ήταν εστέτ, δεν ήταν καθωσπρέπει. Είχε μια υπέροχη σπάνια αλήθεια μέσα του. Ο Δαμιανός, όπως λέει και ο Λάκης Παπαστάθης ήταν «ένας άνθρωπος που ξεκίνησε από το βουνό, συνέχισε στην κοιλάδα και κατέληξε στις παρυφές της μεγάλης πόλης».
Ο κόσμος του είναι βγαλμένος από τις εικόνες της κλεφτουριάς «τον καιρό των Ελλήνων». Λάτρευε την βυζαντινή παράδοση και τις ψαλμωδίες της που κατέληξαν στην σύγχρονη ιστορία να γίνουν ήχοι και λέξεις του ρεμπέτικου τραγουδιού, ήταν δηλαδή εκφραστής της λαϊκής παράδοσης μας, όπως συνέβη στον ζωγράφο «Θεόφιλο». Παράλληλα ουδέποτε εγκατέλειψε το αρχαιοελληνικό κάλλος, την μυθολογία που βγήκε μέσα από την ιστορία των Δωριέων και Ιώνων και όλων των άλλων ελληνικών φύλων. Αυτό το αδιάκοπο μπρος πίσω ήταν «το μόνον της ζωής του ταξίδειον». Οι τίτλοι από τις ταινίες του Παπαστάθη μπαίνουν σαν εμβόλιμα σχόλια γιατί ο ίδιος ο Λάκης Παπαστάθης επιστρέφει και ξαναεπιστρέφει στην μαθητεία της Ευδοκίας και των άλλων χειροποίητων, με τους ερασιτέχνες ηθοποιούς, ταινιών του.
Ο Αλέξης Δαμιανός πέρασε τον Αχέροντα ένα καλοκαιρινό μεσημέρι του 2006. Yπάρχει βέβαια ολόφωτος μέσα στο «Πλοίο, την «Ευδοκία», τον «Ηνίοχο». Μέσα από τις αφηγήσεις του Παπαστάθη και όσων έζησαν μαζί του πολύτιμες εμπειρίες. Μέσα από τις αφηγήσεις προπαντός του ίδιου στις λιγοστές συνεντεύξεις που έδωσε. Τι είναι ο Αλέξης Δαμιανός μετά τον Αλέξη Δαμιανό? Ο Λάκης Παπαστάθης έχει την απάντηση «είναι στη μνήμη μας, είναι στην περιουσία της Ελλάδας και των ελλήνων κινηματογραφιστών»…(και συμπληρώνω την φράση του) ….και περιμένει τους νεότερους να τον αφουγκραστούν και να τον μελετήσουν για να βρουν τις αλήθειες του…
ΥΓ : Το βιβλίο του Λάκη Παπαστάθη «Όταν ο Δαμιανός γύρισε την Ευδοκία» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη στα βιβλιοπωλεία, αναζητήστε το!
Ήθελα να κάνω αυτή την συνομιλία με τον κο Παπαστάθη πολύ καιρό πριν. Αφορμές υπήρχαν κατά καιρούς καθώς επισκέπτεται την Θεσσαλονίκη τακτικά. Τον Μάρτη, στο φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, ήταν εδώ για τα 30 χρόνια του Παρασκήνιου. Πριν από περίπου ένα μήνα πάλι είχε έρθει για ένα μαστερκλας – συνομιλία με τους μαθητές του τμήματος κινηματογράφου στο Τελλόγλειο. Λίγο μετά ήταν πάλι παρών τόσο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου όσο και στον ΑΓΩΝΑ (Πανόραμα αρχαιολογικών ταινιών), στον οποίο μάλιστα συμμετείχε ως μέλος της κριτικής επιτροπής. «Ε, να η ευκαιρία», σκέφτηκα, έχοντας σαν αιτία την κυκλοφορία ενός υπέροχου βιβλίου που εξέδωσε πρόσφατα και στο οποίο περιγράφει τις εμπειρίες, τα βιώματα, τις εικόνες του από την μικρή (χρονικά) μαθητεία του δίπλα στον Αλέξη Δαμιανό.
ΟΤΑΝ Ο ΔΑΜΙΑΝΟΣ ΓΥΡΙΣΕ ΤΗΝ ΕΥΔΟΚΙΑ
Ήταν καλοκαίρι του 2004 όταν του ζητήθηκε από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου να συμμετέχει στο αφιέρωμα, που ετοίμαζε τότε ο Μισέλ Δημόπουλος και η ομάδα του, για τον σπουδαίο Δαμιανό. Προσπαθώντας να ξεσκονίσει τις μνήμες του από αυτό το μακρινό παρελθόν μέσα σε ένα κείμενο που έπρεπε να ετοιμάσει ξαφνικά ένιωσε την ανάγκη ότι ήθελε να βγάλει όλες αυτά τα ενθύμια του μυαλού του στο χαρτί. Κάτι που του ενίσχυσε αυτή την ανάγκη ήταν και η κατάσταση του ίδιου του Δαμιανού, που αντιμετώπιζε από τότε προβλήματα με την υγεία του.
Ένας μαραθώνιος ξεκίνησε και περίπου 18 μήνες αργότερα, το καλοκαίρι του 2006, ο επίπονος αγώνας έγινε ένα υπέροχο βιβλίο. Ένα βιβλίο που τελείωσε την ημέρα που ο Αλέξης Δαμιανός έφυγε για πάντα! Ένα περίεργο μεταφυσικό παιχνίδι…
Στο βιβλίο αυτό ο Λάκης Παπαστάθης ξεδιπλώνει το σενάριο της Ευδοκίας και το αναμιγνύει με τις προσωπικές του σκέψεις και ενθυμίσεις από την προετοιμασία και την περιπέτεια των γυρισμάτων. Ο λόγος και οι περιγραφές του είναι τόσο ζωντανές και βγάζουν πολύτιμες πληροφορίες για την εποχή αλλά και για το πώς γεννήθηκε μια ιστορική στιγμή για τον ελληνικό κινηματογράφο.
Η μουσική του Μάνου Λοίζου, που σχεδόν συμπρωταγωνιστεί με τους 2 ήρωες της ταινίας, τον Λοχία και την Ευδοκία, αποτελεί πιστή αναπαράσταση εκκλησιαστικών ασμάτων και ρεμπέτικων τραγουδιών, που ο Δαμιανός γνώριζε πολύ καλά.
Όλη η ταινία γυρίστηκε με όσο το δυνατόν ρεαλιστικές συνθήκες. Δεν υπάρχουν κασκαντέρ, δεν υπάρχουν κομπάρσοι. Η σκηνή της κούνιας αλλά και αυτή του γάμου δείχνουν τις αληθινές προθέσεις του δημιουργού Δαμιανού, που σε όλη τη διάρκεια της ταινίας κωδικοποιεί δικές του μνήμες και βιώματα μέσα στα πλάνα της ιστορίας.
Υπάρχει μια περίεργη γεωγραφία στην ταινία. Πάρνηθα, Χαιδάρι, Μαραθώνας φιλοξενούν την δράση αλλά η περιγραφή της εικόνας είναι τόσο ξεκάθαρη και ζωντανή. Στη σκηνή του γάμου ας πούμε βλέπεις σπιτάκια αυθαίρετα άτακτα τοποθετημένα στη γη, στα θεμέλια, σε μια ξερή χέρσα γη, ο ήλιος χτυπάει τους ηθοποιούς, τα πρόσωπα δείχνουν τόσο εκφραστικά.
Η Ευδοκία αποτελεί μια από τις πρώτες πολιτικές, κοινωνικές εκφραστικές προσπάθειες του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου. Το 1971 όταν προβλήθηκε στην Θεσσαλονίκη παρεξηγήθηκε από τους θεατές (όχι όλους όπως φάνηκε αργότερα). Η κριτική επιτροπή επιδεικτικά την αγνόησε. 15 χρόνια μετά, το 1985, η αξία της θα φανερωθεί αφού η ΠΕΚΚ την ανέδειξε ως την κορυφαία ταινία στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου (στην φετινή ψηφοφορία έλαβε την 2η θέση και πρώτος αναδείχτηκε ο Δράκος του Κούνδουρου).
ΣΤΟ ΜΥΑΛΟ ΤΟΥ ΔΑΜΙΑΝΟΥ ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑΣΤΑΘΗ (ΚΑΙ ΤΑ ΔΙΚΑ ΜΟΥ)
Ο λόγος που η Ευδοκία παραμένει μια αξία για τον ελληνικό κινηματογράφο είναι ότι έγινε από έναν σκηνοθέτη που δεν είχε ιδέα από κανόνες γυρίσματος. Είχε μια δική του απίστευτη θεώρηση, τόσο τολμηρή ακόμα και για τα δεδομένα της σημερινής εποχής. Δεν ήταν δήθεν, δεν ήταν εστέτ, δεν ήταν καθωσπρέπει. Είχε μια υπέροχη σπάνια αλήθεια μέσα του. Ο Δαμιανός, όπως λέει και ο Λάκης Παπαστάθης ήταν «ένας άνθρωπος που ξεκίνησε από το βουνό, συνέχισε στην κοιλάδα και κατέληξε στις παρυφές της μεγάλης πόλης».
Ο κόσμος του είναι βγαλμένος από τις εικόνες της κλεφτουριάς «τον καιρό των Ελλήνων». Λάτρευε την βυζαντινή παράδοση και τις ψαλμωδίες της που κατέληξαν στην σύγχρονη ιστορία να γίνουν ήχοι και λέξεις του ρεμπέτικου τραγουδιού, ήταν δηλαδή εκφραστής της λαϊκής παράδοσης μας, όπως συνέβη στον ζωγράφο «Θεόφιλο». Παράλληλα ουδέποτε εγκατέλειψε το αρχαιοελληνικό κάλλος, την μυθολογία που βγήκε μέσα από την ιστορία των Δωριέων και Ιώνων και όλων των άλλων ελληνικών φύλων. Αυτό το αδιάκοπο μπρος πίσω ήταν «το μόνον της ζωής του ταξίδειον». Οι τίτλοι από τις ταινίες του Παπαστάθη μπαίνουν σαν εμβόλιμα σχόλια γιατί ο ίδιος ο Λάκης Παπαστάθης επιστρέφει και ξαναεπιστρέφει στην μαθητεία της Ευδοκίας και των άλλων χειροποίητων, με τους ερασιτέχνες ηθοποιούς, ταινιών του.
Ο Αλέξης Δαμιανός πέρασε τον Αχέροντα ένα καλοκαιρινό μεσημέρι του 2006. Yπάρχει βέβαια ολόφωτος μέσα στο «Πλοίο, την «Ευδοκία», τον «Ηνίοχο». Μέσα από τις αφηγήσεις του Παπαστάθη και όσων έζησαν μαζί του πολύτιμες εμπειρίες. Μέσα από τις αφηγήσεις προπαντός του ίδιου στις λιγοστές συνεντεύξεις που έδωσε. Τι είναι ο Αλέξης Δαμιανός μετά τον Αλέξη Δαμιανό? Ο Λάκης Παπαστάθης έχει την απάντηση «είναι στη μνήμη μας, είναι στην περιουσία της Ελλάδας και των ελλήνων κινηματογραφιστών»…(και συμπληρώνω την φράση του) ….και περιμένει τους νεότερους να τον αφουγκραστούν και να τον μελετήσουν για να βρουν τις αλήθειες του…
ΥΓ : Το βιβλίο του Λάκη Παπαστάθη «Όταν ο Δαμιανός γύρισε την Ευδοκία» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη στα βιβλιοπωλεία, αναζητήστε το!
Σχόλια